Με τον όρο διγλωσσία αναφερόμαστε σ’ ένα παιδί που ανατρέφεται από τη γέννησή του με δύο γλώσσες. Οι γονείς του έχουν διαφορετική μητρική γλώσσα και ο καθένας μιλάει στη γλώσσα του με το παιδί. Σ’ αυτή την περίπτωση, το παιδί θα μάθει να χρησιμοποιεί καλά τις δύο γλώσσες, μόνο αν υπάρχει θετική σχέση και με τους δύο γονείς.
Το παιδί πολλές φορές όμως μπερδεύει τις γλώσσες και όταν δεν βρίσκει κάτι στη μια το λέει στην άλλη.
Επίσης υπάρχει και η διπλή ημιγλωσσία, όπου το παιδί δυσκολεύεται ν’ αναγνωρίζει τις δύο γλώσσες.
Πρέπει να δώσουμε στα παιδιά την ευκαιρία να τελειοποιήσουν τις ικανότητές τους στη μητρική γλώσσα:
- Μιλήστε στο παιδί σας τη μητρική σας γλώσσα: είστε ο μόνος από τους δύο γονείς που ξέρει να τη χειρίζεται και άρα να τη μεταδίδει καλύτερα
- Οι γονείς μπορείτε να μιλάτε μεταξύ σας σε όποια γλώσσα επιθυμείτε
- Το παιδί πρέπει να μπορεί να συνδέει εύκολα την κάθε γλώσσα με τον κάθε γονιό-μην το μπερδεύετε
- Μην φοβάστε ότι το παιδί σας δεν θα μάθει καλά Ελληνικά-είναι η γλώσσα που ακούει περισσότερο και η πρώτη γλώσσα που θα διδαχθεί σε αυτή τη χώρα
- Το να μάθει το παιδί να μιλά και τις δύο γλώσσες είναι κάτι που θα καταφέρει, όπως κατάφερε να μάθει να κάνει ποδήλατο ή να ζωγραφίζει. Ο καλός δάσκαλος και η εξάσκηση κάνουν τη διαφορά
- Πρέπει να κάνουμε το παιδί να συνειδητοποιήσει ότι μπορεί να εκφραστεί σε δυο γλώσσες.
- Να του επιβεβαιώνουν οι ενήλικοι ότι είναι μια σπουδαία επίδοση να μπορεί να εκφράζεται κανείς σε δύο γλώσσες.
- Πρέπει το παιδί να συνειδητοποιεί τη μεταπήδηση του απ’ τη μια γλώσσα στην άλλη.
- Να μπορεί να ολοκληρώνει τη συνομιλία του στην γλώσσα με την οποία άρχισε να μιλά.
- Τα παιδιά που εμφανίζουν πρόβλημα με την ανάπτυξη λόγου και στις δύο γλώσσες, χρειάζονται επαγγελματική βοήθεια